Κυριακή

Νέα κρίση προ των πυλών


Αν προκληθεί θερμό επεισόδιο, τότε θα ανατραπούν
όλοι οι συσχετισμοί, εντός και εκτός των συνόρων

Η νέα ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων θα κριθεί, όπως όλες, ιδιαίτερα αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις περί πρόκλησης θερμού επεισοδίου, μέσα στο κρίσιμο χρονικό διάστημα μεταξύ 20 Αυγούστου και 20 Σεπτεμβρίου.
Εξάλλου η Τουρκία θα ασκήσει κάθε λογής πιέσεις, εν όψει των διαπραγματεύσεων για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον ερχόμενο Δεκέμβρη, αλλά και στο πλαίσιο των αντιδράσεών της για τον τρόπο με τον οποίο Ελλάδα και Κύπρος κινούνται προς την κατεύθυνση των ενεργειακών κοιτασμάτων, δηλαδή των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις οικονομικές ζώνες τους.
Οι προκλήσεις της Τουρκίας με επίκεντρο το Καστελόριζο συνδέονται με την προσπάθειά της να προκαλέσει ρήγμα στους αμυντικούς δεσμούς Αθήνας – Λευκωσίας και κυρίως με την προσπάθεια της Κύπρου να επιτύχει την «ενεργειακή της ανεξαρτησία», μέσω των ενεργειακών κοιτασμάτων που βρίσκονται στις θάλασσές της, όπως όλα δείχνουν, θα ξεκινήσει πολύ σύντομα της δικές της έρευνες.
Ανησυχίες και φόβοι
Οι φόβοι που εκφράζονται όμως εδώ και αρκετό καιρό στις Ένοπλες Δυνάμεις, έχουν να κάνουν, κυρίως, με θερμό επεισόδιο που μπορεί να προκληθεί εξαιτίας της αρνητικής έκβασης μίας εικονικής αερομαχίας. Η πτώση ενός αεροσκάφους, μέσα στις τόσες εικονικές αερομαχίες που πραγματοποιούνται καθημερινά στο Αιγαίο, αποτελεί ένα ενδεχόμενο με άγνωστες συνέπειες για τις σχέσεις των δύο χωρών. Η Άγκυρα «παίζει με τη φωτιά» και οι στρατηγοί φαίνεται να επιδιώκουν μία «στρατιωτική νίκη». Η επιλογή ενός πτεράρχου, δηλαδή του πρώην αρχηγού της Πολεμικής μας Αεροπορίας, κ. Ιωάννη Γιάγκου, είναι ενδεικτική των προθέσεων της Αθήνας.
Το αμείλικτο ερώτημα που προκύπτει είναι ένα: Ποιοι είναι ακριβώς οι προσανατολισμοί της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής σε ό,τι έχει να κάνει με την Τουρκία, σε μία περίοδο που εντείνονται οι προκλήσεις;
Η Ελλάδα αποτελεί έναν από τους σταθερούς σημαιοφόρους της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με υπουργό Εξωτερικών την κ. Ντόρα Μπακογιάννη και το παρόν καθεστώς στο υπουργείο Εξωτερικών, ό,τι και αν συμβεί, όσο και αν αλλάξουν οι αντικειμενικές συνθήκες, δεν πρόκειται να διαπιστωθεί τροποποίηση σε ό,τι έχει να κάνει με τους κεντρικούς και βασικούς προσανατολισμούς της Αθήνας.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι και η νέα φυσική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων θα δεχθεί αφόρητες πιέσεις που ασκούνται όχι από την πολιτική ηγεσία του Πενταγώνου ή από το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά από το νεοκλασσικό της Βασιλίσσης Σοφίας, παρά τις αλλαγές στις Ένοπλες Δυνάμεις παρά τις ισορροπίες που μπορεί να εγγυηθεί ο δραστικός ρόλος της αμερικανικής επιδιαιτησίας και παρά το διαδικαστικό πλαίσιο της «εναρμόνισης». Δεν είναι καθόλου βέβαιο αν η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων θα δεχτεί, για άλλη μία φορά, να συρθεί πίσω από την πολιτική των δημοσίων σχέσεων που χαράσσουν οι «προφέσορες» της Ελληνικής διπλωματίας και η σημερινή πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΞ.
Αν όντως προκληθεί θερμό επεισόδιο, τότε θα ανατραπούν όλοι οι συσχετισμοί, εντός και εκτός συνόρων. Αν, επίσης, η Ελλάδα εξακολουθήσει να εφαρμόζει την ήπια πολιτική έναντι της Τουρκίας, όπου οι «πασάδες της Άγκυρας» εν μέσω προκλήσεων εις βάρος της Ελλάδας και με κάθε τρόπο απειλούν να τινάξουν στον αέρα τη διαπραγματευτική διαδικασία περί ένταξης της γειτονικής χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε θα πέσουν οι μάσκες.
Τι θα συμβεί άραγε τότε; Μήπως θα υπάρξουν εκ νέου και πολύ σύντομα αλλαγές στις Ένοπλες Δυνάμεις; Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ελλοχεύει ο κίνδυνος οι αντιδράσεις και μέσα στον στρατό να είναι πολύ πιο έντονες από ό,τι κάποιοι στο υπουργείο Εξωτερικών νομίζουν. Ήδη, η βάση στις Ένοπλες Δυνάμεις πιέζει τους ανωτέρους. Όταν η αντίδραση αυτή γενικευτεί, τότε είναι βέβαιο ότι η κοινή κυβερνητική γραμμή θα «σπάσει» και κάποιοι θα εκτεθούν ανεπανόρθωτα. Και αυτοί οι κάποιοι δεν θα είναι ούτε διπλωματικοί υπάλληλοι, αλλά ούτε και γραφιάδες του ΥΠΕΞ…


http://kostasxan.blogspot.com/2009/08/blog-post_9092.html


****************************************
*****



Ο πλατωνικός έρωτας και ο γάμος συμφέροντος
=============================

Ο Πούτιν γνωρίζει τον ρόλο που έδωσε ο Ομπάμα στην Άγκυρα

Ρωσικές διπλωματικές πηγές επιμένουν ότι οι συμφωνίες με την Τουρκία δεν αλλάζουν το σκηνικό στις Ελληνορωσικές σχέσεις, ενώ και η (εξαπίνης καταληφθείσα) Ελληνική πολιτική και διπλωματία εκτιμά ότι «δεν αλλάζει τίποτε».!
Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν ποια είναι η έκταση της ρωσοτουρκικής συμφωνίας, ενώ οι πράξεις Αθήνας και Μόσχας θα καταδείξουν κατά πόσο έχει τελειώσει άδοξα η δεύτερη προσπάθεια προσέγγισης Ελλάδας – Ρωσίας την τελευταία εικοσαετία (η πρώτη απόπειρα έγινε με τους ρωσικούς πυραύλους S-300 και κατέληξε σε αξιοθρήνητα αποτελέσματα μετά την άτακτη, αψυχολόγητη και γεμάτη δειλία υποχώρηση της Αθήνας). Συνήθως, μεταξύ Αθήνας και Μόσχας έχουμε σφοδρούς «έρωτες» που παραμένουν τελικά «πλατωνικοί», ενώ μεταξύ Άγκυρας και Μόσχας έχουμε «γάμους συμφερόντων».
Διπλωματικοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι οι τελευταίες εξελίξεις αντανακλούν απλά το βάρος της γεωπολιτικής θέσης της Τουρκίας και των ρωσο-τουρκικών οικονομικών σχέσεων. Στην πραγματικότητα, όμως, αντανακλούν ακόμα περισσότερο την Ελληνική αδυναμία και αμφιθυμία. Αδυναμία, γιατί η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν διαθέτει στρατηγική ανάλυση πίσω από την διπλωματία της, ανεξάρτητα κέντρα στρατηγικών μελετών, ούτε καλά-καλά αρκετούς ανθρώπους στα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας που να μιλάνε τουρκικά, ρωσικά κ.α. και να μελετούν την καθημερινή πραγματικότητα αυτών των χωρών. Η Ελληνική υπηρεσία πληροφοριών είναι υποτυπώδης λόγω του μικροσκοπικού προϋπολογισμού που της διατίθεται, δίκτυο Ελλήνων ανταποκριτών στο εξωτερικά ουσιαστικά δεν υπάρχει. Όπως δεν υπάρχει Ελληνικό κράτος στην εσωτερική, έτσι δεν υπάρχει και στη διεθνή διάστασή του, η προχειρότητα κα ο αυτοσχεδιασμός βασιλεύουν!!!
Καμία, ακόμη και από τις μικρότερες ευρωπαϊκές χώρες, δεν λειτουργεί έτσι. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι στη Μόσχα λειτουργεί ένα ισχυρό τουρκικό και ένα ακόμη ισχυρότερο ισραηλινό λόμπι, ενώ μία ολόκληρη μερίδα της ρωσικής κυβέρνησης, υπό τον αντιπρόεδρο κ. Ιβανόφ, καλλιεργεί την ιδέα μίας «ευρασιατικής συμμαχίας» με την Τουρκία. Αντίθετα, δεν υπάρχει στη ρωσική πρωτεύουσα καμία αξιόλογη Ελληνική δραστηριότητα, ούτε μεταξύ των δύο χωρών κάποιας μορφής στρατηγικός διάλογος…
Η προσέγγιση Καραμανλή – Πούτιν βασίστηκε κυρίως στην προσωπική «χημεία» των δύο και των συνεργατών τους Κωνσταντίνου Μπίτσιου και Αντρέι Βντόβιν (αμφότεροι απομακρύνθηκε έκτοτε). Η «δημοτικότητα» του κ. Καραμανλή στο Κρεμίνο έφθασε στο ζενίθ όταν έθεσε βέτο στο Βουκουρέστι («είναι ένας πολύ θαρραλέος άνθρωπος», ήταν το σχόλιο Ρώσου αξιωματούχου). Έκτοτε όμως ο Έλληνας πρωθυπουργός φάνηκε να υποχωρεί, δίνοντας την εντύπωση τρομαγμένου ανθρώπου και πιθανώς «χρεώνοντας» στην ρωσική πολιτική του την αμερικανική εχθρότητα συνοδευόμενη με αποκαλύψεις σκανδάλων. Αντί να αντιμετωπίσει τους εσωτερικούς μηχανισμούς παραγωγής των σκανδάλων, προτίμησε την όπισθεν στην εξωτερική πολιτική, γεγονός που ενθάρρυνε τους αντιπάλους του. Διάφοροι υπηρεσιακοί παράγοντες άρχισαν να ανακαλύπτουν απίθανα «προβλήματα στα ρωσικά τεθωρακισμένα¨. Σημαντικοί υπουργοί της κυβέρνησης δεν απαντούσαν πλέον στα τηλέφωνα και τα αιτήματα συναντήσεων του Ρώσου πρέσβη! Η Μόσχα εξακολουθούσε να στηρίζει την προσέγγιση, παρά τα προβλήματα που δημιουργούσε το… Ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, με τις θέσεις του στα αντιπυραυλικά, για τη Γεωργία κ.λ.π. Όταν όμως η κυρία Μπακογιάννη είδε τον ίδιο τον Κώστα Καραμανλή να κάνει πίσω, άρχισε να θέτει και αυτή –μέσω του υπουργείου- το κλασσικό «Ελληνικό ερώτημα»: «Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;»
Το «δεντράκι» που «φύτεψαν» οι κ.κ. Καραμανλής και Πούτιν, με την ευλογία του Προέδρου της Δημοκρατίας, έπαυσε να ποτίζεται και άρχισε να «μαραίνεται».
Ίσως βέβαια δεν έχουν κριθεί, ακόμη, όλα. Υπάρχει συμπληρωματικότητα αναγκών Αθήνας και Μόσχας, χρειάζεται όμως και η πολιτική βούληση και η συστηματική κρατική και διπλωματική υποστήριξη. Η ρωσική πλευρά δηλώνει, πάντως, ότι ενδιαφέρεται να συνεχίσει την προσέγγιση. Ενδιαφέρεται μάλιστα και για τη θέση όλων των Ελληνικών πολιτικών δυνάμεων.
Διπλωματικοί και στρατηγικοί αναλυτές υπογραμμίζουν ότι, όπως έχουν έλθει τα πράγματα, η σύσφιγξη των σχέσεων με τη Μόσχα, η περαιτέρω ανάπτυξη όχι μόνο των ενεργειακών, αλλά επίσης και των αμυντικών και πολιτιστικών σχέσεων, μα περισσότερο ενός σοβαρού «στρατηγικού διαλόγου», είναι μονόδρομος για την Ελλάδα, αν δεν θέλει, αργά ή γρήγορα (και μάλλον γρήγορα), να βρεθεί προ ιδιαίτερα δυσάρεστων εκπλήξεων στην εξωτερική πολιτική της με διακύβευμα γεωγραφικά μέρη της σημερινής επικράτειάς της.
Δ. Κωνσταντακόπουλος


http://kostasxan.blogspot.com/2009/08/blog-post_6621.html